Σελίδες

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος



Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ρχιμανδρίτης ρσένιος Κατερέλος


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEge6WL2B2LPOgjZyKjUG7hBViCYzFnFcpg_jSb_niTIzt1AfD7oYOav3K7UlagdlgQpN2paB9esigItripUwd0ouzjmOBhy7Lkef0o4eGlHmgCsI3k88XynwulsrzwvbNwCpT67B6l_YYPf/s1600/Arsenios+Katerelos.JPG


ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΚΟΝΙΤΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΩΝ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΜΗΣΙ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - 13/07/2014

(πομαγνητοφωνημένη μιλία)

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανς καί Κονίτσης κ.κ. νδρέα,  υκς κ μέσης καρδίας σς εχαριστ καί σς εγνωμον πού μέ τήν ελογία σας σήμερα παρευρίσκομαι νάμεσά σας ς μιλητής μέ θέμα « προσωπικότης το Γέροντος Παϊσίου».

γιοι ρχιερες, σεβαστοί μου πατέρες καί γαπητοί ν Χριστ δελφοί

σοι γνωρίσαμε τόν Γέροντα Παΐσιο, λλοι προσωπικά, λλοι πό τά βιβλία, λλοι πό διηγήσεις λλων, διαπιστώνομε τι Γέροντας Παΐσιος εχε φιερώσει λο του τό εναι στόν Θεό. φήρμοζε κατά γράμμα τό λεγόμενο «δέν δωσε στόν Θεό τίποτε, κενος πού δέν τά δωσε λα».  Καί Γέροντας Παΐσιος ντως τά δωσε λα γιά τόν Θεό. πνευματική του προσφορά νά τούς αἰῶνας θά εναι μεγίστη καί νυπολόγιστη. Παρά τίς προσωπικές του δοκιμασίες, πειρασμούς, δικίες, συκοφαντίες κλπ., λοκληρωτική του γάπη καί φοσίωσί του παρέμειναν ναλλοίωτες τόσον ς πρός τόν Θεό, σο καί ς πρός τούς νθρώπους. το βιαστής τς φύσεώς του, εχε νψι, προσευχή, σκησι καί γνήσιο πατερικό καί μοναχικό φρόνημα.
ποιος τόν πεσκέπτετο καί συνωμιλοσε μαζί του κόμη καί μόνον νά βλεπε ν σιωπ τήν μορφή του, νοιωθε τι νέπνεε καθαρό ξυγόνο καί νεζωογονετο. Γέροντας το πιστός στήν Παράδοσι καί πονοσε, γωνιοσε καί προσηύχετο διακας γιά τήν διατήρησι τς αθεντικότητας καί μοναδικότητας το γίου ρους. Δέν δεχόταν μέ τίποτε τήν λλοίωσι τς παραδόσεως το γίου ρους πό τό κοσμικό φρόνημα, τίς ποικίλες πιδράσεις, κλπ. λεγε: «ν παραμείνωμε σκητές, νηπτικοί, γνήσιοι μοναχοί, καί φήσωμε νά χαθ φυσική κατάστασις το τόπου καί νά λλοιωθ, ατό θά εναι πτσις γιά λους μας. ν πάλι διατηρήσωμε τά κτίρια, τά κειμήλια, κλπ. καί χάσωμε τήν μοναχική μας διότητα καί κκοσμικευθομε, τότε θά εμαστε σάν ξεναγοί σέ ξιοθέατα. Οτε τό να, οτε τό λλο πρέπει νά πιτρέψωμε. Τό Περιβόλι τς Παναγίας μας, λεγε, πρέπει νά μείνη καί νά διατηρηθ ναλλοίωτο καί τά νθη του, ο μοναχοί του, νά εωδιάζουν πάντοτε μέ τήν Χάρι το γίου Πνεύματος».
Βλέπομε τι Γέροντας ταν νας γνήσιος παραδοσιακός γιορείτης μοναχός.
 λεγε: «Δέν χω ποτακτικό - μέ τήν στενή ννοια - γιατί εμαι ποτακτικός λου το κόσμου. Χρέος μου καί καθκον μου εναι νά προσεύχωμαι γιά λους τούς νθρώπους. Δέν εμαι νεργος. Τό πάγγελμά μου εναι νά φτιάχνω τούς λογισμούς τν νθρώπων».
Βλέπομε τί πνεμα διακονίας, γάπης καί πόνο εχε Γέροντας γιά τούς νθρώπους.  
Τόν ρώτησε κάποιος μοναχός: «Γέροντα, νά πάω σέ κοινόβιο νά μείνω μόνος μου σέ κελλί;».
πήντησε Γέροντας: «πάρχουν τά πουλιά το κλουβιο καί τά πουλιά το κλαδιο». Ο μοναχοί το κοινοβίου καί ο κελλιτες μοναχοί. «Μή διαλέξης μόνος σου τό κλουβί τό κλαδί, γιατί θά μείνης χωρίς φτερά». Χωρίς δηλαδή πνευματικά φτερά. «Γιατί τό πουλί χωρίς φτερά χει πνευματικό μαρασμό. Βρές διακριτικό, μπειρο πνευματικό δηγό γιά νά σο π σέ ποιά πνευματική ράτσα-εδος νήκεις. Κάνε πακοή καί τότε διπλ καί τριπλ πνευματικά φτερά θά ποκτήσης. Διότι, μόνον σέ ,τι γίνεται μέ πακοή καί ελογία ρχεται Χάρις καί πνευματική προκοπή. ν πάρωμε δεια πό τήν ''σημαία'', δηλαδή ν βάζωμε ''μετάνοια'' μόνο στόν δικό μας λογισμό καί κάνωμε πακοή στόν αυτό μας, τότε χάνομε καί ,τι στοιχειδες χομε ποκτήσει».
Βλέπομε τήν σοφία, τήν Χάρι, τήν διάκρισι σέ κάθε συμβουλή καί τήν βοήθεια πού προσέφερε Γέροντας.
Κάποτε νας προσκυνητής πηγαίνοντας πρός τήν Παναγούδα πεσε σέ να βαθύ ρέμα κοντά σέ να Κελλί. Γέροντας το Κελλιο ατο το παρέσχε τίς πρτες βοήθειες καί προσκυνητής λόγ το σοβαρο χτυπήματος δέν πγε τελικά στόν Γέροντα Παΐσιο. Μετά πό λίγο Γέροντας Παΐσιος φώναξε πό τήν Παναγούδα στόν Γέροντα το ν λόγ Κελλιο, ποος ερίσκετο στήν πλωταριά το Κελλιο του, πού πεχε περίπου τριακόσια μέ τετρακόσια μέτρα πό τήν Παναγούδα καί επε: «, πάτερ τάδε.....». Καί πήντησε μοναχός: «Ελόγησον Γέροντα, θέλετε κάτι;». «Τίποτε, τό ''τηλέφωνο'' δοκίμασα», επε Γέροντας Παΐσιος.
Βλέπομε πς Γέροντας ξερε νά κρύβη τήν ρετή του καί πόσο διακριτικά καί μέ τί σοφία καί χάρι περνοσε τά μηνύματα τς γάπης του, τς προσευχς του, τς γνοιας του, τς μέριμνάς του, κλπ.
Σέ κάποιον δόκιμο μοναχό πού τόν πισκέφθηκε στήν Παναγούδα Γέροντας επε: «Πάρε να λουκούμι». δόκιμος μοναχός, ν ταν τοιμος νά πλώση τό χέρι του, κάτι τόν μπόδισε καί δέν πρε τό λουκούμι. Καί νοιωσε κείνην τήν στιγμή μία σωτερική γλυκύτητα. Γέροντας σέ λίγο πάλι το λέγει: «Πρε καί δεύτερο λουκούμι», ν δόκιμος δέν εχε πάρει οτε κν τό πρτο. λλά καί πάλι, πρίν κόμη πλώση τό χέρι του, κάτι τόν μπόδισε, δέν πρε λουκούμι καί νοιωσε γιά δεύτερη φορά τήν δια σωτερική γλυκύτητα.
Μετά πό καιρό, ταν δόκιμος μοναχός ατός πισκέφθηκε πάλι τόν Γέροντα, Γέροντας, πως συνήθιζε σέ λους, το λέγει αθόρμητα: «λα ελογημένε νά σέ κεράσω πρτα κανένα λουκούμι». Καί τότε κενος το λέγει: «Γέροντα, θέλω πό τά λλα τά λουκούμια...», ννοντας τήν σωτερική γλυκύτητα. Καί Γέροντας το πήντησε χωρίς νά ζητήση διευκρινίσεις: «πό τά λλα τά λουκούμια, θά δομε...». Βλέπομε τί κομψότητα, λεπτότητα καί διορατικότητα διέκριναν τόν γιο Γέροντα.
Μία φορά, σέ μία γρυπνία, ψαλλε κάποιος Γέροντας τό «πσα πνοή» σέ ργό (παπαδικό) φος. λλά πειδή ξέφυγε πό τό μουσικό κείμενο, βαλε καί δικά του ατοσχέδια μουσικά στοιχεα, μέ ποτέλεσμα νά τό κάνη πιό πολύπλοκο καί διαφορετικό πό τό μουσικό κείμενο. Καί τότε το λέγει μέ γάπη Γερο-Παΐσιος: « , πάτερ, σ ατό τό «πσα πνοή» πολλές πνοές βαλες μέσα σήμερα».
δ βλέπομε πς μέ λεπτό χιομορ καί λογοπαίγνια δινε συμβουλές.
λεγε γιος Γέροντας: «Νά χωμε μετάνοια καί στόχος μας νά εναι Παράδεισος.  πέκδυσι το παλαιο αυτο χρειάζεται καί χι πέκδυσι το ρουχισμο, πως συμβαίνει στίς μέρες μας», ννοντας τήν σχημη νδυμασία. λεγε πίσης: «λοι εμαστε παιδιά το Θεο, λλά πόσα πό τά παιδιά Του βρίσκονται στό σπίτι το Πατέρα τους;».
Βλέπομε πόσο πολύ νδιαφερόταν Γέροντας νά χωμε μετάνοια καί νά μή χάσωμε τόν Παράδεισο.
λεγε: «Μέ τόσες γρυπνίες καί ξενύχτια, πού κάνομε, εμαστε κατά Θεόν λτες».
Επε κάποτε, παραμονή τς ορτς τς γίας ννης: « Πρέπει νά κάνωμε μία γρυπνία σήμερα. Γιορτάζει Γιαγιά μας, φο Μάνα χομε τήν Παναγία μας».
Επε σέ κάποιον, ποος εχε τρες κόρες μοναχές: «Τί νάγκη χεις σύ; χεις συμπεθεριάσει μέ τήν Παναγία μας».
λεγε: « μοναχός δέν πρέπει νά χρησιμοποι καθρέφτη. Νά καλύψη τόν καθρέφτη μέ τήν εκόνα το Χριστο καί κε νά καθρεφτίζεται γιά νά βλέπη, νά συναισθάνεται καί νά μπεδώνη τί σχήμια πνευματική χει. Σέ κανέναν λλον καθρέφτη δέν πρόκειται νά δομε καθαρά τόν πραγματικό μας αυτό».
Βλέπομε πς προσπαθοσε μέ κάθε τρόπο νά βοηθήση τούς νθρώπους νά θεραπευθον.
λεγε μέ πόνο: «Μέ δελφό καί πατέρα τόν Χριστό καί μάνα τήν Παναγία, εμαστε λοι γνήσια πνευματικά δέλφια». Δέν πάρχει χρος νάμεσά μας γιά τεροθαλ καί τερόδοξα "δέλφια"». Καί πό τήν συνάφεια τν λόγων του ννοοσε τούς τεροδόξους, τι άν δέν πιστρέψουν στήν ρθοδοξία, δέν μπορον νά θεωρηθον ν Χριστ δελφοί.
Βλέπομε δ πόσο πονοσε γιά τήν ρθοδοξία καί πόσο νδιαφερόταν γιά ,τι φοροσε τά κκλησιολογικά θέματα καί κατέθετε τήν γνώμη του.
Κάποτε πού εχε πολλούς πισκέπτες, γιά νά τούς ναπαύση, μεινε μαζί τους γιά πολλές ρες. Μετά κανε προσευχή γιά τά προβλήματά τους, καθυστερντας τόν προσωπικό του καλογερικό κανόνα, καί φθασε νά κάνη τόν σπερινό τς προηγουμένης μέρας, ταν νέτελε λιος. Καί λεγε π ατο: « λιος νέτελε καί γώ ψαλλα ''φς λαρόν''!». δ βλέπομε τί γάπη εχε Γέροντας γιά τούς νθρώπους καί δέν πολόγιζε κούρασι, χάσιμο χρόνου, τήν γεία του, κλπ., λλά συγχρόνως τι δέν παρέλειπε οτε στό λάχιστο τό προσωπικό του καλογερικό τυπικό καί κανόνα.  
λεγε γιά τό Πηδάλιο: «Τό λένε ''πηδάλιο'', διότι μπορομε, ταν πρέπη, νά τό στρίβωμε λαφρς. λλά, ποτέ δέν λλοιώνομε, λλάζομε καί οκονομομε τά νοικονόμητα. Π.χ., γιά τά κωλύμματα τς ερωσύνης, μέ πόνο καί θλψι λεγε πρός πισκόπους καί νδιαφερομένους: «Μά, γιατί τέτοια γκλήματα; φο εναι πλ τά πράγματα. Ο συγκεκριμένοι, γιοι μπορον νά γίνουν. ερες, χι».
Κάποιος καθηγητής Πανεπιστημίου τς Θεολογίας επε στόν Γέροντα Παΐσιο: ''Γέροντα, στήν ποχή πού ζομε (τέλη το 20ο αἰῶνα), εναι δυνατόν νά πιστεύωμε τι πάρχουν δαίμονες; στεα πράγματα! Ο δαίμονες δέν εναι παρά προσωποποίησις το κακο». Καί Γέροντας Παΐσιος επε: «Μά, τί λές ελογημένε; μες δ βλέπομε δωρεάν σινεμά μέ δαίμονες».
Κάποτε στειλε γράμμα σέ κάποιες μοναχές καί τίς προέτρεψε νά φύγουν πό τήν Γερόντισσά τους, ποία ταν πλανεμένη καί κινδύνευαν. Ο μοναχές το πήντησαν: «Γέροντα, κτός τν λλων, γουμένη εναι καί εειδής», δηλαδή χει ραία μορφή. Καί πήντησε Γέροντας: «Εειδής εναι; Τώρα κατάλαβα γιατί δέν μπορομε νά συνεννοηθομε. Γιατί λείπουν ''βίδες'' σέ λες σας».
ταν τόν πισκέφθηκαν κάποιοι συμφοιτητές μου, Γέροντας τούς επε: «Τό πν εναι νά μή χωλαίνουμε πνευματικά». Καί ταν νας ξ ατν τόν ρώτησε: ''Γέροντα, γιά μς προσωπικά τό λέτε;'', Γέροντας πήντησε: «ξαιρονται ο παρόντες, κτός πό ατούς πού βρίσκονται δ». Καί στήν δια παρέα, ταν Γέροντας ντιλήφθηκε τι δέν καταλάβαιναν τίποτε, οτε τά πλ, σέ κάποια στιγμή, θέλοντας νά τούς πειράξη, τούς επε: «πειδή σες εστε το Πολυτεχνείου καί πιάνετε πουλιά στόν έρα, τά εκόλως ννοούμενα παραλείπονται, κτός πό ατά πού δέν καταλαβαίνετε...».
Κάποτε, πού γινόταν ντόρος γιά κάποιον Γέροντα, γιά τόν ποον διέδιδαν ρισμένα πνευματικά του παιδιά τι εχε διόρασι, προόρασι, νοερά προσευχή, κλπ., καί Γέροντας κενος τά δεχόταν, Γέροντας Παΐσιος τόν κάλεσε στήν Παναγούδα καί τόν συμβούλευσε λέγοντάς του: «Τήν ρετή σου μή τήν βγάζης στό σφυρί, γιατί ν συνεχίσης τσι πό ατόν τόν ντόρο τελικά μόνο κουρνιαχτός θά μείνη».
λεγε γιά κάποιον εροκήρυκα, τι «καιγε μαζούτ ντί νά καίη κηροζίνη. Κούφιος θόρυβος, χωρίς ργο». Καί γιά κάποιον λλον εροκήρυκα λεγε, τι «κάνει πολύ ραο, λλά ρνητικό κήρυγμα».
νας μοναχός πγε, παραμονή τς κουρς του, νά πάρη εχή πό τόν Γέροντα Παΐσιο καί τόν ρώτησε: ''Γέροντα, τί χετε νά μο πτε; Αριο γίνομαι μοναχός''. Γέροντας το πήντησε: «νέβα στόν πύργο, στό Κουτλουμοσι, καί πές: '' χε γειά καϋμένε κόσμε''!». Τί σοφό καί γιασμένο χιομορ εχε γιος Γέροντας!
Σέ γυνακα πού το επε: ''Γέροντα, βάλε τηλέφωνο, γιά νά μπορομε νά σέ βρίσκωμε γιά προσευχή σέ δύσκολες στιγμές, κλπ.'', τς επε Γέροντας: «Ελογημένη, τί τό θέλεις τό τηλέφωνο; Στελε τηλεγράφημα καί θά τό πάρω».
Σέ λλη γυνακα πού το επε «Γέροντα, μέ κος, ταν βρίσκεσαι στό γιο ρος καί σο μιλάω καί σέ παρακαλ στήν προσευχή μου;», Γέροντας Παΐσιος τς πήντησε: « , τί, γιά κουφό μέ πέρασες;».
χουν λεχθ καί χουν γραφ καί εναι γνωστά πάρα πολλά πό σα επε Γέροντας σέ πάρα πολλούς νθρώπους πού τόν γνώρισαν. ς μο πιτραπ ες τήν γάπη σας νά ναφέρω κάποια λάχιστα προσωπικά μου περιστατικά, πού πιτρέπεται νά λεχθον καί χουν σχέσι μέ τόν Γέροντα:
μουν δόκιμος καί κατά τήν γρυπνία τς ναστάσεως στό Κελλί το Γέροντά μου, παπα-σαάκ το Λιβανέζου, ψάλλαμε λοι μας πό κάτι. ταν μως ψαλλε γερο-Παΐσιος, ψαλλε τόσο συγκινητικά καί καρδιακά πού μς δινε τήν ασθησι τι ντως βίωνε τό ''νάστασιν Χριστο θεασάμενοι...''. Καί κατά τήν τελετή τς ναστάσεως, στόν ξωτερικό χρο το Κελλιο, ταν ψάλλαμε λοι μαζί τά «Χριστός νέστη», κελαϊδοσαν τά πουλιά καί μέ ρώτησε χαμηλόφωνα: «Τί λένε τά πουλάκια;». γώ πήντησα: «Πο νά ξέρω Γέροντα;». Καί κενος επε: «Ελογημένε, ψάλλουν τό Χριστός νέστη, κι σύ κάθεσαι μουγγός καί δέν παντς ''ληθς νέστη'';».
ταν μέ στειλε στόν παπα-σαάκ γιά νά δοκιμάσω ς ποτακτικός, μέ ξεπροβόδισε περπατντας μαζί μου σχεδόν μέχρι τήν μισή πόστασι πό τήν Παναγούδα ως τό κελλί το παπα-σαάκ στήν Καψάλα. Καί ν γνώριζε τι παπα-σαάκ το μπειρος, σοφός, σκητής, ντως γνήσιος Γέροντας - ξ λλου π. Παΐσιος τόν εχε κάνει μεγαλόσχημο -, μο επε: «Νά ξέρης, τι τά ντερα μέ τήν κοιλιά μας πολλές φορές μαλλώνουν καί γιατό γουργουλίζει κοιλιά. Δέν εναι εκολο νά συνεννοηθ νας λληνας μέ ναν Λιβανέζο, λλά ν μέ τήν Χάρι το Θεο κάνης πομονή, θά χης "νδοσυνεννόησι"».
Φυσικά Παπα-σαάκ μιλοσε πταιστα λληνικά, κόμη καί ρχαα. Πο νά καταλάβω μως γώ τότε - μουν στό τέλος το τρίτου τους το Πολυτεχνείου, εκοσι δύο χρονν περίπου -, πο νά καταλάβω, τι Γέροντας δέν ννοοσε τήν γλσσα. ννοοσε, τι δέν εναι εκολη πακοή. Δέν θέλει ρθολογισμό, κοσμική λογική, κλπ. καί τι θέλει γνα καί λα τά πόλοιπα, τά ποα εδα στήν πρξι ς δόκιμος ν καιρ καί τότε θυμήθηκα καί ννόησα τά σοφά καί για λόγια το Γέροντος.
Τόν ρώτησα κάποτε: « Γέροντα, μένα μέ ξέρουν λοι ο γιοι;». Καί μο πήντησε: «Ελογημένε, νά τούς δώσης διεύθυνσι καί τηλέφωνο, γιά νά σέ βρίσκουν. Ο ριθμοί πό τά τηλέφωνα εναι ο κόμποι το κομποσχοινιο».
Κάποτε μο επε: «Πρέπει νά εμαστε προσεκτικοί καί νά σπαζώμαστε μόνο τό φρόνημα πό κάθε σωστό Γέροντα καί νά μή δεχώμαστε ,τι διαδίδεται, γιατί ζομε στήν ποχή τς παραπληροφόρησης». «Τί ννοετε Γέροντα;». Καί πήντησε: «Τό πόσες σάλτσες, παρασάλτσες, παραπληροφορίες καί παρατράγουδα κουσα στήν ζωή μου, δέν εναι τίποτα μπροστά σέ λα ατά, πού θά κυκλοφορήσουν μετά τήν κοίμησί μου. λεγαν καί θά λένε διάφορα, τι τά επε δθεν Παΐσιος, λλά τούς τά παγορεύει αυτός τους Πλανή - σιος. ,τι μως χω π γώ χαμένος, τό τί κριβς ννοοσα, μόνο Χριστός γνωρίζει καί κάποια οτε γώ διος τά καταλαβαίνω».
Βλέπομε τό πς Γέροντας ξερε νά καλύπτη καί νά κρύβη τήν ποιαδήποτε ρετή καί τίς μπειρίες του...
Γιά να σοβαρό θέμα πού συνέβη καί γιά τό ποο μόνο τά κόλουθα πιτρέπεται νά σς ναφέρω, Γέροντας στό θέμα ατό  βρέθηκε στήν μέση χωρίς νά εθύνεται καί πέρασε μία πολύ μεγάλη στενοχώρια, πίκρα, θλψι καί πόνο. Καί μετά πό πολλά χρόνια πό τότε  πού συνέβη τό γεγονός ατό, σέ σχετική συζήτησι τόν ρώτησα: «Γέροντα, πς ντέξατε τότε;». Καί μο πήντησε: «κανα παιδί μου τήν καρδιά μου κιμ».
Βλέπομε τί θυσιαστική γάπη εχε Γέροντας. Γενικά, ,τι κανε Γέροντας πάντοτε τό κανε γιά νά βγ μεγάλο καλό γιά νά ποφευχθ μεγαλύτερο κακό. λλες φορές πάλι τά παιρνε πάνω του μόνο καί μόνο πό γάπη.
Μέ ντολή το Γέροντός μου π. σαάκ το Λιβανέζου πγα στήν Παναγούδα, γιά νά π στόν Γέροντα Παΐσιο τι εχα τήν πιθυμία νά γίνω ερέας. Καί μόλις πρα τήν εχή του, πρίν το π ,τιδήποτε, μο επε: «Θέλεις νά γίνης παπς; Μέ τήν εχή μου».
Το επα κάποτε: «Γέροντα, προσευχηθτε νά βάλω μυαλό». Καί μο πήντησε: «Μυαλό χομε λοι, κόμη καί τά ζα. Νος χρειάζεται».
Κάποτε, το επα: «Γέροντα, νά προσέχετε τήν γεία σας. Σς χει νάγκη κόσμος. λοι ο νθρωποι πού ρχονται στό γιον ρος πιθυμον καί λένε νά γνωρίσωμε τόν Γέροντα Παΐσιο». Καί πήντησε: «γώ εχομαι νά γνωρίσουν λοι στήν πνευματική τους ζωή τό πανσιο».
 λεγε γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη σας Σεβαστιανό: «πίσκοποι εναι πολλοί, λλά Σεβαστιανός κανένας». Παρεπιπτόντως, τό διο λεγε καί γιά τόν Γέροντα Παρθένιο, τόν νν γούμενο τς ερς Μονς γίου Παύλου, γίου ρους: «γούμενοι πάρχουν πολλοί, Παρθένιος κανένας».
Μεγάλη Σαρακοστή το 1994. Τελευταία Μεγάλη Σαρακοστή καί τελευταο Πάσχα τς πιγείου ζως το Γέροντος Παϊσίου.
Εχα τήν ελογία καί τιμή νά κληθ στήν Σουρωτή, γιά νά τελέσω κάποιες κολουθίες τς Σαρακοστς, πίσης καί λες τίς κολουθίες πό τήν Λειτουργία τς Μεγάλη Πέμπτης ως καί τήν Δευτέρα το Πάσχα. Λόγ τς σθενείας το Γέροντος, κάποιες κολουθίες-Λειτουργίες γιναν κεκλεισμένων τν θυρν, παρουσί μόνον το Γέροντος, τς δελφότητος καί τς ναξιότητος μου.
Σέ εχέλαιο τς Σαρακοστς, ταν τόν χρισα, πειδή Γέροντας το μοναχός καί δέν εχε ερωσύνη, σκυψε νά μο σπασθ τό χέρι καί νά πάρη τήν εχή μου. γώ μπροστά στόν σεβάσμιο Γέροντα, πό ντροπή καί δέος, τράβηξα τό χέρι μου, καί σκυψα νά πάρω γώ τήν εχή του. Τότε τσουγκρίσανε τά κεφάλια μας καί μέ σπάσθηκε στό κεφάλι. ταν τήν λλη μέρα τόν ρώτησα: ''Γέροντα, σς πόνεσα;'', μο πήντησε: «χι, ελογημένε, δέν τό κατάλαβες πό τόν κρότο;». Καί γώ το πήντησα αθόρμητα: «Κατάλαβα τι τό δικό σας κεφάλι ταν γεμτο μέ σοφία καί Χάρι, ν τό δικό μου δειο καί κούφιο».
ταν τόν κοινώνησα τήν τελευταία Μεγάλη Πέμπτη, πίσης καί τό τελευταο Πάσχα τς ζως του στήν νάστασι, δέν θά ξεχάσω ποτέ μέ τί ελάβεια καί ερήνη κοινωνοσε, παρά τό τι εχε φρικτούς πόνους καί εχε μείνει σχεδόν μία σκιά πό τήν σθένεια.
Στήν τελευταία συνάντησί μας τς πιγείου ζως του, κτός τν λλων, μο επε νά μή στέλνω κόσμο στό Παλαιό μερολόγιο, λλά νά στέλνω καί νά δηγ τόν κόσμο στόν Παλαιό τν μερν.
γαπητοί μου δελφοί, ναμεσά μας δ σήμερα πάρχουν ρκετοί πού γνώρισαν τόν Γέροντα Παΐσιο, πως καί πάρα πολλοί νθρωποι πού τόν γνώρισαν καί δέν ερίσκονται δ. Πιστεύω τι λοι συμφωνομε, τι τήν προσωπικότητα το Γέροντος Παϊσίου τήν συνθέτουν ρετές καί προτερήματα. πως ξυπνάδα, σοφία, εστροφία, ξυδέρκεια, διορατικότητα, πλότητα, τυμολογία, σοφό χιομορ, σύνεσι, ταπείνωσι, διάκρισι, θυσιαστική γάπη, μπειρία, διόρασι, προόρασι, νψι, σκησι, προσευχή, γιότητα.
λοι γνωρίζομε τι εναι νας μεγάλος γιος καί εναι σκέπη γενικά γιά λην τήν οκουμένη καί εδικά γιά τήν ελογημένη Κόνιτσα. Τήν ελογημένη Κόνιτσα, πού κτός πό τήν εχή το μακαριστο σεπτο πισκόπου κυρο Σεβαστιανο τήν σκεπάζει καί εχή το Γέροντος Παϊσίου. Εναι πίσης μία ελογία πού πάρχει δ καί τό κατά σάρκα DNA το Γέροντος Παϊσίου, δηλαδή ο κατά σάρκα συγγενες του πού κατοικον δ.
Νά ζήσης ελογημένη Κόνιτσα, νάμεσα σέ λες τίς πόλεις!

γαπητοί μου δελφοί, σς ζητ συγγνώμη ν σς κούρασα. Τό νά π τι θά εμαι ναπολόγητος πειδή γνώρισα καί συνωμίλησα γιά ρες μέ τόν Γέροντα Παΐσιο σως θεωρηθ περβολή, ταπεινολογία, κλπ. γώ μως τό ννο. Θά εμαι ναπολόγητος.
Τήν εχή το Γέροντα νά χωμε.
Σς εχαριστ.

ρχιμανδρίτης ρσένιος Κατερέλος

γούμενος . Μονς γίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

(μιλία στό Δημαρχεο Κονίτσης στά πλαίσια τν κδηλώσεων γιά τά εκοσι χρόνια πό τήν κοίμησι το μακαριστο Γέροντος Παϊσίου το γιορείτου

 13/07/2014)
http://users.otenet.gr/~mystakid/8.gif



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου