Σελίδες

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Η "ΕΝΩΣΗ ΑΘΕΩΝ" ζητά τα Θρησκευτικά να αναφέρουν και την αθεϊα και τον αγνωστικισμό!

  Η "ΕΝΩΣΗ ΑΘΕΩΝ" 
ζητά τα Θρησκευτικά να αναφέρουν
και την αθεϊα και τον αγνωστικισμό! 



Αποτέλεσμα εικόνας για Ένωση αθέων 
Ανακοίνωση με τίτλο "Θρησκευτικά στην Παιδεία" εξέδωσε η Ένωση αθέων!! (ΕΔΩεκμεταλλευόμενη την αναταραχή που έχει προκύψει το τελευταίο διάστημα σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών. Μάλιστα κάνουν και παρατηρήσεις γιατί στο νέο μάθημα των Θρησκευτικών "δεν γίνεται η παραμικρή μνεία στον αθεϊσμό, τον αγνωστικισμό, τον ντεϊσμό, αλλά ούτε και στον ανθρωπισμό, που είναι η κυρίαρχη φιλοσοφική τάση στις σύγχρονες προοδευτικές κοσμικές κοινωνίες"...
Δεν είναι ευχαριστημένη ουύτε με τις αλλαγές και σημειώνει πως "το νέο μάθημα των θρησκευτικών δεν αποβάλλει τα ομολογιακά του χαρακτηριστικά'.
Συγκεκριμένα αναφέρει: 
Θρησκειολογία ή κατήχηση;
Η πρόθεση που εκφράστηκε για μετατροπή του ομολογιακού μαθήματος θρησκευτικών σε γνωσιολογικό έμοιαζε εκ πρώτης όψεως σωστή κίνηση για τον εκσυγχρονισμό της παιδείας. Πώς όμως θα διασφαλιζόταν ότι το μάθημα θα είναι όντως θρησκειολογία και όχι κατήχηση; Το γεγονός ότι προβλεπόταν να αφιερωθεί μεγαλύτερη έκταση στον ορθόδοξο χριστιανισμό ήταν ήδη αποθαρρυντικό, καθώς θα απέβαινε εμφανώς σε βάρος της γνώσης περί των άλλων θρησκευμάτων και φιλοσοφικών ρευμάτων, υποβαθμίζοντάς τα. Δεδομένου δε, ότι οι θεολόγοι έχουν μελετήσει κατά κύριο λόγο τον ορθόδοξο χριστιανισμό όπως φαίνεται από το πρόγραμμα σπουδών τους, ότι μεγάλη μερίδα των θεολόγων ασπάζεται το ίδιο δόγμα και είναι προκατειλημμένη υπέρ του, καθώς και ότι το αντικείμενο του μαθήματος είναι ευαίσθητο και αφήνει πολλά περιθώρια έκφρασης και μετάδοσης προσωπικών πεποιθήσεων, θα ήταν ουτοπικό να περιμένουμε ότι το μάθημα θα διδασκόταν με τρόπο πραγματικά αμερόληπτο και ότι θα είχε πράγματι γνωσιολογικό χαρακτήρα.
Οι παραπάνω ανησυχίες επιβεβαιώνονται με την ανακοίνωση του προγράμματος σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο. Η δήθεν επιστημονική υπεράσπιση και αναμάσημα του κειμένου της σχετικής απόφασης δεν μπορεί να κρύψει την προσπάθεια να πειστούν οι συντηρητικές δυνάμεις που περιγράφονται παρακάτω ότι η τόσο πολύτιμη και εύθικτη ορθοδοξία δεν κινδυνεύει και θα διατηρήσει την υπεροχή της έναντι των υπόλοιπων απόψεων. Δηλώνεται σαφώς και ρητά πως δεν πρόκειται για μάθημα θρησκειολογίας και άρα ουδέτερο γνωσιολογικό μάθημα, κάτι τέτοιο μάλιστα απαξιώνεται:
“Η προσέγγιση αυτή αν και υπερβαίνει παρωχημένες πρακτικές ομολογιακής μονοφωνίας δεν προσδίδει στο Μάθημα των Θρησκευτικών φαινομενολογικό γνωσιολογικό προσανατολισμό ούτε το μετατρέπει σε τυπική θρησκειολογική ενημέρωση, η οποία δεν ανταποκρίνεται στα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά, στα βαθύτερα ερωτήματα και στα πραγματικά ενδιαφέροντα των μαθητών.”
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι δεν γίνεται η παραμικρή μνεία στον αθεϊσμό, τον αγνωστικισμό, τον ντεϊσμό, αλλά ούτε και στον ανθρωπισμό, που είναι η κυρίαρχη φιλοσοφική τάση στις σύγχρονες προοδευτικές κοσμικές κοινωνίες.
Επιπλέον δεν προβλέπεται καμία μεταβολή στον χρόνο που αφιερώνεται στη διδασκαλία των θρησκευτικών, ούτε στην πρωτοβάθμια ούτε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν επρόκειτο για μάθημα θρησκειολογίας, τίθεται το ερώτημα σε ποια ηλικία και για πόσο χρονικό διάστημα πρέπει να διδάσκεται. Σύμφωνα με τις προτάσεις μας που έχουν κατατεθεί στο Υπουργείο Παιδείας, το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας και στην Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, με κοινοποίηση στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής και την Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, στο δημοτικό και στο γυμνάσιο αρκεί να διδάσκεται ο ιστορικός και κοινωνικός ρόλων των θρησκειών στο πλαίσιο του μαθήματος της ιστορίας και της μελέτης περιβάλλοντος, ενώ στο λύκειο αρκεί ένα έτος θρησκειολογίας.
Σε κάθε περίπτωση, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει ότι τα δέκα χρόνια θρησκευτικών επί δύο ώρες την εβδομάδα είναι υπερβολικά για μια γενική εγκυκλοπαιδική μόρφωση και μάλλον άλλες σκοπιμότητες εξυπηρετούν.
Με τα παραπάνω δεδομένα, είναι φανερό ότι το νέο μάθημα των θρησκευτικών δεν αποβάλλει τα ομολογιακά του χαρακτηριστικά. Ως εκ τούτου επιβάλλεται να παραμείνει η δυνατότητα απαλλαγής από αυτό για λόγους συνείδησης και να εξασφαλιστεί ότι θα χορηγείται χωρίς εξαναγκασμό σε δήλωση και τεκμηρίωση των θρησκευτικών πεποιθήσεων κάτι που παραβιάζει τον Νόμο 2472/1997 και συμβαίνει σήμερα με την εγκύκλιο 12773/Δ2/23-1-2015.
Ιστορικό μαθήματος θρησκευτικών
Ενημερώσαμε τη σχετική ιστοσελίδα μας με το ιστορικό σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών. Από το ιστορικό αυτό εύκολα αντιλαμβάνεται ο σκεπτόμενος αναγνώστης τις δύο δυνάμεις αντίδρασης στον εκσυγχρονισμό και την εκκοσμίκευση της παιδείας.
Η μία φυσικά είναι η χριστιανική ιεραρχία που δεν ενδιαφέρεται για την εκπαίδευση, ενδιαφέρεται όμως σφόδρα για τη διατήρηση του κρατικού μηχανισμού κατήχησης στο δικό της δόγμα και μόνο. Η διατύπωση των λεγόμενων τριών “κόκκινων γραμμών” της για το μάθημα των θρησκευτικών δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο αποκαλυπτική:
– Υποχρεωτικότητα του μαθήματος,
– Ο ορθόδοξος χαρακτήρας του, και
– Τήρηση των ωρών διδασκαλίας με βάση το ωρολόγιο πρόγραμμα.
Εδώ βεβαίως μπορεί να επαναληφθεί το ερώτημα που θέσαμε νωρίτερα φέτος -και φυσικά δεν πήραμε ποτέ απάντηση: Μπορεί κάποιος θρησκευτικός ηγέτης να θέτει κόκκινες γραμμές στον πρωθυπουργό μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας;
Πάντως, καθώς με το νέο πρόγραμμα σπουδών τελικά ούτε καν προσεγγίζονται οι τρεις κόκκινες γραμμές, πόσο μάλλον να υπερβαίνονται, αναρωτιέται κανείς προς τι οι έντονες διαμαρτυρίες και οι αντεγκλήσεις αμφοτέρωθεν; Μήπως για τη δημιουργία εντυπώσεων και την αξιοποίηση του λεγόμενου θρησκευτικού συναισθήματος του ποιμνίου;
 
Η δεύτερη είναι η επαγγελματική τάξη των θεολόγων καθηγητών, η οποία μάλιστα θίγεται διπλά:
—τόσο από την πλευρά των συντεχνιακών τους συμφερόντων που θα επηρεάσει η κατάργηση ενός ομολογιακού μαθήματος που κατηχούσε και τις 6 τάξεις του Γυμνασίου-Λυκείου και η αναπόφευκτη επιμόρφωση είτε για το μάθημα μιας τάξης που θα το αντικαταστήσει είτε, μοιραία, πάνω σε άλλα γνωστικά αντικείμενα,
—όσο και από ιδεολογική άποψη, καθώς σχεδόν όλοι (οι περισσότεροι μάλιστα το δηλώνουν ανοιχτά), φαίνεται να αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους όπως ήταν την προηγούμενη χιλιετία, σαν κατηχητές/ιεροκήρυκες (και τι περίεργη σύμπτωση, του δόγματος που κυριαρχεί εκεί που μεγάλωσαν και σπούδασαν) κι όχι σαν εκπαιδευτικοί που υπάγονται στην Πολιτεία και υπηρετούν την δημόσια εκπαίδευση με αποστολή να μεταδίδουν επιστημονική γνώση και να συντελούν στο να αναπτυχθούν οι κριτικές ικανότητες των παιδιών.
Για το δε Υπουργείο Παιδείας δημιουργείται έντονη η εντύπωση ότι προσπάθησε με τις κινήσεις του να ικανοποιήσει όλες τις πλευρές: από τη μία να παρουσιάζεται ως προοδευτικό, εμφανίζοντας ένα μάθημα δήθεν γνωσιολογικό, από την άλλη στρέφεται προς τον συντηρητισμό, καθώς όχι μόνο διατηρεί απαράλλαχτο τον ορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα του μαθήματος αλλά αφήνει υπόνοιες για μελλοντική αμφισβήτηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα. Είναι φανερό ότι η εκκοσμίκευση του σχολείου δεν αποτελεί πρόταγμα για την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, ούτε και η εκκοσμίκευση της πολιτείας για την κυβέρνηση και οι περί του αντιθέτου δηλώσεις μόνο πειστικές δεν μπορούν να γίνουν.
Με τον αναβρασμό που δημιουργήθηκε στην επικαιρότητα προκύπτουν επίσης χρήσιμα συμπεράσματα από τις τοποθετήσεις των πολιτικών κομμάτων με κοινό παρονομαστή την απουσία έστω και ελάχιστης κριτικής για τις παραπάνω οπισθοδρομικές φωνές καθώς και την απουσία μιας θαρραλέας τοποθέτησης στο θέμα ενός ευρύτερου εκσυγχρονισμού και εκκοσμίκευσης της Πολιτείας εν συνόλω, στον οποίο όπως έχει ξαναπεριγράψει η Ένωση Αθέων θα πρέπει φυσικά να εντάσσεται και μια προσεκτικά σχεδιασμένη εκκοσμίκευση της Παιδείας.
Μόνοι κερδισμένοι από την κατάσταση όπως διαμορφώνεται είναι οι συντεχνίες των θεολόγων που διατηρούν τα κεκτημένα τους και η Εκκλησία που εξασφαλίζει τη συνέχιση της κρατικής κατήχησης στο δόγμα της, ενώ η ουσιαστική εκπαίδευση σε πραγματική γνώση συνεχίζει να αδικείται και η θρησκευτική ελευθερία των πολιτών να καταπατάται.

Πηγή  www.ekklisiaonline.gr