ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ,
ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ
ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ
Ἀρχιμ. Ἀρσένιος Κατερέλος
Εἰς
τήν προηγούμενη σύναξί μας, ἀγαπητοί
μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, εἴχαμε ἀναφερθῆ εἰς τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, εἰς τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου'', καί εἴχαμε ἀναφέρει, ὅτι
αὐτή ἡ προσευχή ἐνδείκνυται
καί ἐπιβάλλεται, μέ τό παραπάνω γιά τούς
κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζῶντας ἀδελφούς μας, ἐφ᾽ ὅσον οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους. Διότι ἔχει πλέον λήξει ἡ προθεσμία μετανοίας τους.
Καί ἐδῶ ἁπλῶς
νά ξανατονίσωμε εἰς τήν ἀγάπη σας, ὅτι τήν πρώτη μόνο φορά, ὅταν ξεκινᾶμε
τήν εὐχή, εἶναι πολύ καλό καί ἐνδείκνυται νά ἀναφέρωμε κάποια ὀνόματα κεκοιμημένων, ὅπως ὀνόματα
συγγενικῶν προσώπων, γνωστῶν μας, ἤ προσώπων
γιά τά ὁποῖα
αἰσθανόμεθα κάποιας πνευματικῆς ἤ ὑλικῆς φύσεως εὐγνωμοσύνη
καί τά παρόμοια. Νά ἀναφέρωμε δηλαδή τήν
πρώτη μόνο φορά τά ὀνόματα αὐτά καί μετά, ἐν συνεχείᾳ,
χωρίς νά κουραζώμεθα, νά ζαλιζώμεθα, καί ἔτσι νά συγχέεται ὁ νοῦς μας ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τά ἴδια ὀνόματα,
νά λέμε ἁπλᾶ, μόνο,
τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον
τούς δούλους Σου''. Ἐκεῖ μέσα, εἰς τό ''ἀνάπαυσον
τούς δούλους Σου'', εὑρίσκονται
ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος
κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας, ἀλλά ἐπί πλέον,
κατά ἕναν ἐντελῶς
ξεχωριστό, μοναδικό καί ἰδιαίτερο
τρόπο, εὑρίσκονται καί τά ὀνόματα πού ἀναφέραμε
τήν πρώτη μόνο φορά, εἰς τήν ἀρχή. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται, καί οἱ
σεσωσμένοι καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες διαβαθμίσεις.
Εἰς
τό Γεροντικό ἀναφέρεται, σχετικά μέ τόν ἀββᾶ
Μακάριο, τό ἑξῆς:
«Εἶπε ὁ ἀββᾶς Μακάριος: ''Περπατῶντας κάποτε εἰς τήν ἔρημο, βρῆκα παραπεταμένο στό ἔδαφος ἕνα κρανίο νεκροῦ. Καί κουνῶντας
το μέ τό ραβδί, μοῦ μίλησε τό κρανίο.
Καί τοῦ λέγω: «Σύ ποιός εἶσαι;» Τό κρανίο μοῦ ἀποκρίθηκε:
«Ἐγώ ἤμουν ἱερεύς τῶν εἰδώλων καί τῶν ἐθνικῶν ὅπου εἶχαν ἀπομείνει σέ αὐτόν
τόν τόπο. Καί σύ εἶσαι ὁ Μακάριος, ὅπου ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου. Ὅταν
ἐσύ σπλαγχνισθῆς ὅσους εἶναι στήν κόλασι, Μακάριε, καί προσευχηθῆς γι᾽ αὐτούς,
βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Τοῦ λέγω:
«Ποιά εἶναι ἡ παρηγοριά; Καί ποιά ἡ Κόλασι;» Μοῦ ἀποκρίνεται τό κρανίο: «Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανός ἀπό τήν γῆ, τόση εἶναι ἡ φωτιά κάτω ἀπό
ἐμᾶς.
Στεκόμαστε δέ, ἀπό τά πόδια ἕως τό κεφάλι, μέσα σέ αὐτή τήν φωτιά καί δέν μποροῦμε νά κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο μέ πρόσωπο,
ἀλλά ἡ ράχη τοῦ ἑνός εἶναι κολλημένη στήν ράχη τοῦ ἄλλου».
Πλήρης δηλαδή ἀκοινωνησία. Καί συνεχίζει τό κρανίο
λέγοντας: «Ὅταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, ἐσύ γιά μᾶς, βλέπει κάπως ὁ ἕνας τό
πρόσωπο τοῦ ἄλλου.
Αὐτή εἶναι ἡ
παρηγοριά». Καί ἔκλαψα τότε καί εἶπα: «Ἀλλοίμονο στή μέρα πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος!»
Τοῦ λέγω ἔπειτα τοῦ κρανίου:
«Ὑπάρχει ἄλλο χειρότερο βάσανο;» Μοῦ λέγει τό κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο εἶναι ἀπό κάτω μας». Τοῦ λέγω: «Καί ποιοί εἶναι ἐκεῖ;» Μοῦ ἀποκρίνεται
τό κρανίο: «Ἐμεῖς,
ἐπειδή δέν γνωρίζαμε τόν Θεό, βρίσκομε
κάποιο ἔλεος. Ὅσοι ὅμως τόν
γνώρισαν καί τόν ἀρνήθηκαν καί δέν ἔπραξαν τό θέλημά Του, ἀπό κάτω μας εἶναι» - δηλαδή εἶναι πολύ χειρότερα. Πῆρα τότε τό κρανίο καί τό ἔθαψα''». Αὐτά,
ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς
διηγήθηκε ὁ ἀββᾶς Μακάριος.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἀνάπαυσον τούς κεκοιμημένους δούλους Σου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου