Νιώθεις μοναξιά;
«Ἐάν δέν πεῖ μέσα στήν καρδιά του ὁ ἄνθρωπος, ὅτι ἐγώ μόνος καί ὁ Θεός εἴμαστε στόν κόσμο,
δέν θά ἔχει ἀνάπαυση».
Εἶπε ὁ Ἅγιος Αὐγουστίνος:
«Οἱ καρδιές μας θά παραμένουν μόνες κι ἀνήσυχες,
μέχρι νά βροῦν τήν ἡρεμία τους στόν Θεό».
Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ διατηρῆται σὲ νοερὴ μοναξιὰ καὶ ἡσυχία, γιὰ νὰ φέρῃ ὁ Θεὸς τὴν δική του εἰρήνη μέσα της.
Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τῶν θεῶν καὶ Κύριος τῶν κυρίων ἔκανε
τὴν ψυχή σου γιὰ κατοικία καὶ
δικό Του ναό, πρέπει νὰ τὴν τιμᾷς τόσο πολύ, ὥστε
νὰ μὴν τὴν ἀφήσῃς νὰ ταπεινωθῆ καὶ
νὰ κλίνῃ σὲ
ἄλλο πρᾶγμα· οἱ ἐπιθυμίες σου καὶ οἱ ἐλπίδες σου ἂς εἶναι πάντοτε στὸν ἐρχομὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἂν δὲν βρῇ τὴν ψυχὴ μόνη της, δὲν θὰ ἔλθη νὰ τὴν ἐπισκεφθῆ. Αὐτὸς
τὴν θέλει χωρὶς λογισμούς, ὅσο
μπορεῖ: μόνην ἐντελῶς
ἀπὸ ἐπιθυμίες καὶ πολὺ
περισότερο μόνη της ἀπὸ τὴν θέλησή της. Γι᾿ αὐτὸ
δὲν πρέπει ἐσὺ
μόνος σου καὶ χωρὶς διάκρισι νὰ σκληραγωγῆσαι,
οὔτε νὰ ψάχνῃς ἀφορμὲς
γὰ νὰ πάσχῃς γιὰ
τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ,
μὲ μόνη τὴν γνώμη τῆς
δικῆς σου θελήσεως, ἀλλὰ
μὲ τὴν συμβουλὴ τοῦ
Πνευματικοῦ σου Πατρὸς ποὺ
σὲ κυβερνᾷ ὡς
τοποτηρητὴς τοῦ Θεοῦ, ὥστε διὰ μέσου αὐτοῦ
ὁ Θεὸς διατάσσῃ καὶ
ἐνεργῇ στὴ θέλησί σου ἐκεῖνο
ποὺ Αὐτὸς θέλει. Μὴν κάνῃς
ποτὲ ἐκεῖνο ποὺ θέλεις. Ἀλλὰ
ἂς κάνῃ ὁ
Θεὸς ἐκεῖνο ποὺ θέλει σὲ
σένα. Ἡ θέλησίς σου ἂς εἶναι πάντοτε ἐλεύθερη ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, δηλαδή, ἐσὺ νὰ μὴν θέλῃς ποτὲ κανένα πρᾶγμα, καὶ ὅταν θελήσῃς τίποτε, ἂς εἶναι τέτοιου εἴδους, ὥστε κι ἂν δὲν γίνῃ ἐκεῖνο ποὺ θέλεις, ἰδιαίτερα τὸ ἀντίθετο, νὰ μὴ λυπᾶσαι, ἀλλὰ ἂς μένη τὸ πνεῦμα σου τόσο ἥσυχο, σὰν νὰ μὴν θέλησες τίποτε.