ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΜΩΡΕΣ… ΕΚΔΙΚΟΥΝΤΑΙ
παπα-Παύλος Καλλίκας
Δεν είδαν τον νυμφίο. Αχ!!! Και ήταν τόσο ωραίος ο νυμφίος.
Ήταν 5 μωρές. Άφρονες. Δεν είχαν λάδι. Λαμπάδα δεν άναψε. Κλειστήκαν απ’ έξω.
Τι να της παρηγορήσει ο θυρωρός; Φταίγαν; Φταίγαν.
2.000 χρόνια περάσαν και αυτές σπάγαν το κεφάλι τους, όχι τόσο πια να πετύχουν την είσοδό τους, αλλά τί; Έμμονη ιδέα τους είχε γίνει να κρατήσουν απ’ έξω τις φρόνιμες. Αχ, αυτές οι φρόνιμες, δεν είχαν διόλου «αγάπη». Λίγο λαδάκι τους ζήτησαν να βολευτούν και αυτές... Νισάφι. Και αν τους λιγόστευε;… Στο κάτω - κάτω θα λιγόστευε σε όλες. Μα αυτές οι παλιο…φρόνιμες μπήκαν. Ήταν έτοιμες, λέει. Για σκέψου, έλεγε η μια στην άλλη: -Άλλο να μην υπήρχε καμμιά λαμπάδα αναμμένη και άλλο… το ρεζίλι που πάθαμε.
-Αφήστε τώρα αυτά. Περασμένα ξεχασμένα. Πρέπει να κάνουμε κάτι, είπε η πιο σοφή μωρή.