H AΛΦΑΒΗΤΑΛΦΑΒΗΤΟΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ
ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΜΟΦΡΟΝΕΣ
Η’ ΣΙΩΠΩΝΤΕΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ -ΙΕΡΕΙΣ- ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΚΑΙ
ΛΑΪΚΟΥΣ
Βαβαί!!! Θράσος Οικουμενιστών
[Β],
Αρχιμ. Παΐσιος
Παπαδόπουλος,
Ηγούμενος
της Ι. Μ. Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά Φιλώτα
Διαβάστε τά ἄλλα μέρη, ἐδῶ:
«Τι έγινε στην σύνοδο της
κρήτης;» Λένε « Ένωση έγινε;» Αυτό έλλειπε!
Οσοι πιστοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι ζωντανά μέλη του σώματος του
Χριστού κατά ένα ποσοστό έχουν κάποια ενημέρωση ότι θεσμικά τουλάχιστον το
Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει ξεφύγει με τον Οικουμενισμό συμπαρασύροντας όχι
άθελά αλλά με την βούλησή τους και άλλες τοπικές Εκκλησίες και πατριαρχεία
σ’αυτήν την παναίρεση. Ο δογματολόγος καθηγητής Δημήτριος τσελεγγίδης στη
σύντομη αποτίμηση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» ( όπως θέλουν να την
ονομάζουν) την οποία αποστέλλει στην Ιερά
Σύνοδο,επισημαίνει:
“…Στή λεγόμενη «Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης ἐπιχειρήθηκε
μιά θεσμικοῦ χαρακτῆρα πνευματική ἔκπτωση ἀπό τή δογματική διδασκαλία
τῆς Ἐκκλησίας. [Λέμε, ὅτι ἐπιχειρήθηκε, ἐπειδή –μέ βάση ὅσα εἴπαμε
νωρίτερα– δέν προσδίδουμε θεσμικό ρόλο στίς ἀποφάσεις τῆς παραπάνω
«Ἀρχιερατικῆς Διασκέψεως»]. Στήν Κρήτη ὄχι μόνο δέν καταδικάσθηκε
καμμία ἑτεροδοξία (αἵρεση), ἀλλά καί ἐπιχειρήθηκε μιά φοβερή,
θεσμικῶς, ἔκπτωση ἀπό τήν συνοδικῶς ὁριοθετημένη πίστη τῆς Ἐκκλησίας,
μιά ἔκπτωση οὐσιαστικά ἀπό τόν «Ὅρο Πίστεως» τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς
Συνόδου. Συγκεκριμένα, πρόκειται γιά τήν ἔκπτωση ἀπό τήν δογματική
διδασκαλία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού ἀναφέρεται στήν ταυτότητα
τῆς Ἐκκλησίας, καθ’ ἑαυτήν. Στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε,
ὅτι πιστεύουμε «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν».
Ὅμως, στή «Διάσκεψη» τῆς Κρήτης, δέκα Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, μεταξύ
τῶν ὁποίων καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀποδέχθηκαν ἀθεολόγητα
τήν «Βαπτισματική Θεολογία» καί ἔμμεσα τήν «Θεωρία τῶν Κλάδων», ἀναγνωρίζοντας
ὡς Ἐκκλησίες τούς Ρωμαιοκαθολικούς, τούς Μαρωνῖτες, τούς Νεστοριανούς,
τούς Μονοφυσῖτες Ἀντιχαλκηδονίους, τούς Μονοθελῆτες, οἱ ὁποῖοι
καταδικάστηκαν γιά τήν χριστολογική τους αἵρεση ἀπό σειρά Οἰκουμενικῶν
Συνόδων (ἀπό τήν Τρίτη ἕως καί τήν Ἕκτη), ἀλλά καί τήν πανσπερμία τῶν
Προτεσταντῶν, πού ἀντιπροσωπεύονται στό Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν λεγομένων
Ἐκκλησιῶν. Ἀποτελεῖ πνευματική παραφροσύνη καί πνευματικό
πραξικόπημα ἡ πράξη τῆς ἀπόπειρας γιά Συνοδική ἀπόφαση στό Κολυμπάρι
πρός ἀναγνώριση ὡς Ἐκκλησιῶν τῶν καταδικασθέντων αἱρετικῶν ἀπό
Οἰκουμενικές Συνόδους. Αὐτό, στήν πράξη, εἶναι συγκρητισμός καί Οἰκουμενισμός.
Δέν κινήθηκε ὁ θυμός –τό ἔλλογο νεῦρο τῆς ψυχῆς- τῶν «Συνοδικῶν» Ἀρχιερέων
πρός τούς νοητούς λύκους τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπεναντίας, οἱ «λύκοι» ὀνομάστηκαν
«πρόβατα» τῆς μίας καί μόνης λογικῆς ποίμνης, τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος
συμπεραίνουμε, ὅτι στήν Κρήτη δέν ἔγινε ἡ ἀναμενόμενη ἀπό τό εὐλαβές
πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας «σύσκεψη» τῶν «Συνοδικῶν» Ἀρχιερέων μέ τό Ἅγιο
Πνεῦμα, οὔτε καί λειτούργησε ἡ «σφενδόνη» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά
τήν ἐκ νέου καταδίκη τῶν αἱρετικῶν. Εἰδικότερα, γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς,
λεκτικῶς, ὁμολογήσαμε τήν πίστη μας στόν Ὅρο τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς
Συνόδου, πρακτικῶς ὅμως ἀκυρώσαμε αὐτήν τήν πίστη, ἀναγνωρίζοντας
ὡς Ἐκκλησίες, ὄχι μόνον αὐτούς, ἀλλά καί ἄλλες Χριστιανικές Κοινότητες,
πού ἀντίκεινται στόν Ὅρο αὐτό, διά τοῦ filioque. Ὡς γνωστόν, ἡ ὁποιαδήποτε
προσθήκη στό Σύμβολο τῆς Πίστεως -ἀκόμη καί ἡ ἑρμηνευτικῶς σωστή-
καταδικάζεται ἀπό ὅλες τίς Οἰκουμενικές Συνόδους μετά τήν Γ΄ (συμπεριλαμβανομένης)
καί ὅσοι τό κάνουν, ὁρίζεται νά καθαιροῦνται καί νά ἀφορίζονται ἀπό
τήν Ἐκκλησία. Σαφῶς, λοιπόν, τό filioque, ὡς προσθήκη, καταδικάζεται
-ἔμμεσα, αὐτομάτως καί ἑτεροχρονισμένα- ἀπό Οἰκουμενικές Συνόδους,
ὡς αἵρεση, ἀφοῦ ἐκπίπτουν ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅσοι τό υἱοθετοῦν, ὡς
προσθήκη, κατά τήν ἀπόφαση τῶν ἀνωτέρω Συνόδων. Γι’ αὐτό καί ἡ ἑτεροδοξία
τοῦ filioque τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καί ὅλων τῶν Προτεσταντῶν εἶναι
κατεγνωσμένη αἵρεση. Ἄλλωστε, ἡ προσθήκη τοῦ filioque καταδικάστηκε
ἐπί Μεγάλου Φωτίου στήν Σύνοδο τοῦ 879/80 (Η΄ Οἰκουμενική), ὅπου μετεῖχε
καί ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, ἐνῶ καταδικάστηκαν
καί ἄλλες κακοδοξίες τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ γιά τήν ταύτιση οὐσίας
καί ἐνεργείας στόν Τριαδικό Θεό καί γιά τόν κτιστό χαρακτῆρα τῆς θείας
Χάριτος, στίς Συνόδους τοῦ 1331 καί 1351. Ἀλλά καί ὁ Προτεσταντισμός
καταδικάστηκε ἀπό σειρά Συνόδων στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή (1638,
1642, 1691)”.