Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ Π.Σ.Ε.
ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΠΗΓΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΩΝ,
Β. Χαραλάμπους, Θεολόγου
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
_____________________
Αν
προστρέξομε σε παλαιότερο «Διάγγελμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί
τη Εικοσιπενταετηρίδι του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών» (Αρ. Πρωτ.
673), του έτους 1973 (16 Αυγούστου 1973), το οποίο μάλιστα εκδόθηκε και
στη μορφή μικρού βιβλιαρίου, θα παρατηρήσομε ότι η παραμονή στο Π.Σ.Ε.
αποβαίνει διαχρονική πηγή εκκλησιολογικών στρεβλώσεων.
Το
εν λόγω Διάγγελμα άρχεται ως εξής : «Εν τοις Πατριαρχείοις τη 16
Αυγούστου 1973. Εκ της Αρχιγραμματείας της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του
Οικουμενικού Πατριαρχείου».
Στην
Παρ. 2, αναφέρεται το εξής : «Το υφιστάμενον Π.Σ.Ε. αποτελούσιν μιαν
των οδών, την οποίαν εξέλεξεν ο Κύριος ίνα καταστήση περισσότερον
ακουστήν την ‘’καινήν εντολήν’’ και περισσότερον σεβαστή εις τας
Εκκλησίας. Αυτόν το παράγγελμα προς καταλλαγήν, ειρήνην και ομόνοιαν».
Το Π.Σ.Ε. δεν αποτελεί «μιαν των οδών, την οποίαν εξέλεξεν ο Κύριος ίνα
καταστήση περισσότερον ακουστήν την ‘’καινήν εντολήν’’», αλλά μια Βαβέλ
εκκλησιολογικών στρεβλώσεων. «Καλόν το ειρηνεύειν προς πάντας, αλλ’
ομονοούντας προς την ευσέβειαν» λέγει ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός.
Αλίμονο
αν δεχθούμε και τα αναφερόμενα στην Παρ. 8, «Προς διαπλάτυνσιν των
καρδιών προς μίαν φιλόχριστον περιχώρησιν των ομολογουσών τον Κύριον,
Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών». Θα ήταν απαράδεκτο να σκεφτεί
κανείς τους Πατέρες της Εκκλησίας να ομιλούν για «μίαν φιλόχριστον
περιχώρησιν των ομολογουσών τον Κύριον Χριστιανικών Εκκλησιών και
Ομολογιών», για τις συναντήσεις των Ορθοδόξων με το πλήθος των
αιρετικών ομάδων και κοινοτήτων.
Από
τα αναφερόμενα στην Παρ. 18, « Το Π.Σ.Ε. εν τη εκπληρώσει των βασικών
αυτού σκοπών οφείλει ίνα δοκιμάζει πάσας τας θεολογικάς εμπειρίας, από
του οικουμενικού διαλόγου, μέχρι και της εν θεολογική ευθύνη και
ακεραιότητι ανενδοιάστου προβολής της πίστεως και διδασκαλίας των
συμβαλλομένων μερών, ίνα εκ της πολλαπλότητος των εκδοχών εκπηγάζη η
μοναδικότης της εν Χριστώ αποκεκαλυμμένης αληθείας, ως τε της Αγίας
Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως εφ’ ης και μόνης μέλλει ίνα στηριχθή
πάσα μορφή επιδιωκομένης εν τω Π.Σ.Ε. ενότητος», θα επισημάνομε το
θεολογικό άτοπο «ίνα εκ της πολλαπλότητος των εκδοχών εκπηγάζη η
μοναδικότης της εν Χριστώ αποκεκαλυμμένης αληθείας». Από την
πολλαπλότητα των εκδοχών, η θεολογική σύγχυση εκπηγάζει και όχι «η
μοναδικότης της εν Χριστώ αποκεκαλυμμένης αληθείας».
Από
τα αναφερόμενα στην Παρ. 19, «Το Π.Σ.Ε. δέον ίνα παρέχη πάσαν
ιδεολογικήν αλλά και πρακτικήν δυνατότητα εις τας Εκκλησίας, ίνα
ανεμποδίστως και εν συνυπευθυνότητι δίδωσι κοινήν μαρτυρίαν τω κόσμω
τόσον δια της κηρύξεως του ενός και μη μεμερισμένου Χριστού, όσον και
δια της μεταδόσεως της εν Χριστώ σωτηρίας σήμερον», θα σημειώσομε
ιδιαιτέρως τα περί της «κοινής μαρτυρίας», για την οποία γίνεται πολύς
λόγος τελευταίως από τους υποστηρίζοντες το Π.Σ.Ε. Τα περί «κοινής
μαρτυρίας» στο Π.Σ.Ε., δυστυχώς έχουν παρεισφρήσει και σε πανεπιστημιακά
συγγράμματα. Ποια «κοινή μαρτυρία» μπορούμε να δώσουμε ως Ορθόδοξοι
μαζί με τους αιρετικούς;
Αντιλαμβανόμαστε
ότι η παραμονή στο Π.Σ.Ε. αποβαίνει διαχρονική πηγή εκκλησιολογικών
στρεβλώσεων. Τα κατά καιρούς εκκλησιολογικά και θεολογικά άτοπα που
αναφέρονται για το Π.Σ.Ε., δεν αποτελούν προϊόντα λεκτικής αβρότητας
αλλά θεολογικές και εκκλησιολογικές στρεβλώσεις, καθότι τις αναφορές
τούτες συνοδεύει συνήθως επαρκής επεξήγηση.