Με κάθε επισημότητα και σε ένα εκλεκτό ακροατήριο στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος προειδοποίησε για τους κινδύνους του εθνικισμού στη θρησκεία, απευθύνοντας έκκληση για διάλογο και συνύπαρξη.
Ωραία λόγια, γεμάτα πνευματικό βάθος και διπλωματική λάμψη. Μόνο που, για όποιον παρακολουθεί τις εξελίξεις στον ορθόδοξο κόσμο, η τοποθέτηση αυτή μοιάζει τουλάχιστον οξύμωρη και υποκριτική..
Διότι πώς γίνεται ο ίδιος Πατριάρχης που σήμερα κουνά το δάχτυλο στον εθνικισμό, να είναι αυτός που λίγα χρόνια πριν φαγώθηκε να δημιουργήσει την «εθνική Εκκλησία» της Ουκρανίας; Μια απόφαση που δίχασε την Ορθοδοξία, έφερε σε ευθεία αντιπαράθεση Φανάρι και Μόσχα, και έδωσε πρόσχημα στη Ρωσία να εργαλειοποιήσει ακόμα περισσότερο τη θρησκεία, φτάνοντας μέχρι το σημείο να χρησιμοποιεί το εκκλησιαστικό ζήτημα ως πολεμική ρητορική η οποία οδήγησε στον πόλεμο;
Η αλήθεια είναι πως η χορήγηση Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία δεν λειτούργησε ως πράξη ενότητας, αλλά ως πυροκροτητής ενός νέου σχίσματος. Ήδη η Ορθοδοξία είναι διχασμένη.
Και δεν είναι τυχαίο ότι η παραχώρηση του Τόμου Αυτοκεφαλίας λειτούργησε ως καταλύτης για την όξυνση των σχέσεων Μόσχας – Κωνσταντινουπόλεως.
Οι σχέσεις ανάμεσα στις Τοπικές Εκκλησίες τραυματίστηκαν, η Ορθοδοξία βγήκε διχασμένη, ενώ η πολιτική επιρροή —και από τις δύο πλευρές— εισέβαλε απροκάλυπτα στον χώρο της πίστης. Και όλα αυτά, στο όνομα μιας «ποιμαντικής μέριμνας» που κατέληξε να μοιάζει περισσότερο με διπλωματική κίνηση παρά με πνευματική πράξη.
Όταν λοιπόν ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μιλά για τον κίνδυνο του εθνικισμού, το ακροατήριο ίσως εντυπωσιάζεται από τις όμορφες φράσεις περί σεβασμού και διαλόγου, οι οποίες γίνονται ωραίοι τίτλοι για ρεπορτάζ. Όμως στον κόσμο της Ορθοδοξίας, οι πληγές από το ουκρανικό ζήτημα είναι ακόμα ανοιχτές.
Το ερώτημα που γεννάται αβασάνιστα είναι το εξής: πώς μπορεί το Φανάρι να καταγγέλλει τον εθνικισμό στη θρησκεία, ενώ το ίδιο προχώρησε πριν λίγα χρόνια στη δημιουργία της λεγόμενης «Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας»; Διότι δεν μπορείς να καταγγέλλεις τον εθνικισμό τη στιγμή που εσύ με μία βιαστική σου απόφαση τον ενθάρρυνες μέσα στην ίδια την καρδιά της Ορθοδοξίας.
Η κίνηση αυτή μπορεί να παρουσιάστηκε ως πράξη αποκατάστασης , στην πράξη όμως δίχασε τον ορθόδοξο κόσμο με τον τρόπο που έγινε , προκάλεσε σχίσματα στις σχέσεις των Τοπικών Εκκλησιών και έδωσε έδαφος στη Μόσχα να χρησιμοποιήσει το εκκλησιαστικό ζήτημα ως όπλο γεωπολιτικής επιρροής και πίεσης.
Η Ορθοδοξία ιστορικά προβάλλει την «καθολικότητα» και την ενότητα της Εκκλησίας υπεράνω εθνοτικών και γεωπολιτικών διαχωρισμών. Όταν όμως η Εκκλησία εμπλέκεται άμεσα σε πολιτικές ενέργειες και σκοπιμότητες, υπονομεύεται το ίδιο της το μήνυμα.
Η Εκκλησία καλείται να υπερβεί τα εθνικά σύνορα και να σταθεί υπεράνω γεωπολιτικών παιγνίων. Η ιστορία της Ουκρανίας δείχνει το ακριβώς αντίθετο: μια Εκκλησία που εμπλέκεται στα πολιτικά παιχνίδια, που αντί να ενώνει, διχάζει. Γι’ αυτό και η ρητορική του Πατριάρχη, όσο καλοδιατυπωμένη κι αν είναι, ηχεί υποκριτικά.
Αν πραγματικά το Φανάρι θέλει να υπηρετήσει τον διάλογο και την ειρήνη, οφείλει να σταθεί με συνέπεια απέναντι σε κάθε μορφή εθνικιστικής εργαλειοποίησης — ακόμα κι όταν αυτή προέρχεται από τις δικές του αποφάσεις.
Εν κατακλείδι, τα λόγια του Πατριάρχη για τους κινδύνους του εθνικισμού είναι ορθά και αξίζουν προσοχής.Και είναι σημαντικό να λέγονται από τον ίδιο. Όμως, για να αποκτήσουν πραγματικό κύρος, πρέπει να συνοδεύονται από έμπρακτη αυτοκριτική και από πρωτοβουλίες που θα θεραπεύσουν τα τραύματα που ήδη δημιουργήθηκαν στον ορθόδοξο κόσμο, αντί να τα διαιωνίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου