ΚΗΡΥΓΜΑ
Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος (Ἰω. 4,5 – 42)
Γιά μιά ψυχή
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
«Καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει»
(Ἰω. 4,27)
Ο
Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα πηγαίνει πρὸς
βορρᾶν. Εἶνε Μάιος, ὁ ἥλιος καίει, ἀλλὰ μὲ τὴ συνοδεία τῶν μαθητῶν
του βαδίζει. Ἄρχοντες τοῦ λαοῦ καὶ ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας, θαυμάστε
τὴν ἁπλότητά του. Δὲν ἔχει ἅμαξα μὲ ἄλογα. Αὐτός, ποὺ εἶπε «Αἱ
ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20. Λουκ.
9,58), πεζοπορεῖ σὰν ὁ πιὸ φτωχὸς τῶν ἀνθρώπων, διανύει δεκάδες
χιλιόμετρα.
Διασχίζει τὴν Ἰουδαία καὶ μπαίνει στὴ Σαμάρεια. Ἀπὸ μακριὰ φαίνεται ἡ πόλι Συχάρ. Ἐκεῖ ἀπ᾽ ἔξω, σ᾽ ἕνα πηγάδι, τὸ ἱστορικὸ φρέαρ τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ, σταθμεύει. Γιατί; γιὰ ν᾿ ἀναπαυθῇ ἁπλῶς; Μὰ μποροῦσε νὰ σταθμεύσῃ καὶ ἀλλοῦ. Τίποτα δὲν εἶνε τυχαῖο καὶ ἄσκοπο. Σταματᾷ γιατὶ ὑπάρχει λόγος· ἐδῶ ὁ Θεῖος Ἁλιεὺς θὰ ῥίξῃ τὰ δίχτυα του καὶ θ᾿ ἀνασύρῃ ἀπὸ τὸ βόρβορο ἕνα διαμάντι,
Διασχίζει τὴν Ἰουδαία καὶ μπαίνει στὴ Σαμάρεια. Ἀπὸ μακριὰ φαίνεται ἡ πόλι Συχάρ. Ἐκεῖ ἀπ᾽ ἔξω, σ᾽ ἕνα πηγάδι, τὸ ἱστορικὸ φρέαρ τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ, σταθμεύει. Γιατί; γιὰ ν᾿ ἀναπαυθῇ ἁπλῶς; Μὰ μποροῦσε νὰ σταθμεύσῃ καὶ ἀλλοῦ. Τίποτα δὲν εἶνε τυχαῖο καὶ ἄσκοπο. Σταματᾷ γιατὶ ὑπάρχει λόγος· ἐδῶ ὁ Θεῖος Ἁλιεὺς θὰ ῥίξῃ τὰ δίχτυα του καὶ θ᾿ ἀνασύρῃ ἀπὸ τὸ βόρβορο ἕνα διαμάντι,
μία ἐκλεκτὴ ψυχή. Γι᾿
αὐτὴν ξεκίνησε ἀπ᾽ τὰ Ἰεροσόλυμα –τί λέω;–, «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ
κατέβη» (Β΄ Βασ. 22,10. Ψαλμ. 17,10) καὶ ἔπαθε καὶ σταυρώθηκε. Τόσο
ἀγαπᾷ μία ψυχή! Δὲν εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τί ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν
τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος
ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Ματθ. 16,26);
Γιὰ μία ψυχή! Ἀλλὰ ποιά εἶνε ἡ ψυχὴ αὐτή;
* * *
Εἶνε μία δυστυχισμένη ὕπαρξι,
στὴν ὁποία ὁ φιλοσοφικὸς καὶ θρησκευτικὸς κόσμος τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς
δὲν θὰ ἔδινε καμμία σημασία. Ἕνας Πυθαγόρας θὰ τὴν ἔδιωχνε ἀπὸ τὴ σχολή
του, ἕνας Πλάτων θὰ τὴν ἔκρινε ἀνάξια ν᾿ ἀκούσῃ τὰ διδάγματα τῆς
ἀκαδημίας του, κ᾽ ἕνας φαρισαῖος τῆς Ἰερουσαλὴμ θά ᾽φευγε μακριά της
μήπως μολυνθῇ ἡ ἁγνότης του!
Ἀλλ᾿ ἀκοῦστε τώρα τὸ Εὐαγγέλιο· «Ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ» (Ἰω. 4,7). Καὶ μόνο λόγῳ τοῦ φύλου, διότι δηλαδὴ ἦταν γυναίκα, ἦταν ἀρκετὸ γιὰ ν᾽ ἀποκλεισθῇ ἀπὸ κάθε σοβαρὴ κίνησι τῆς ζωῆς. Ἡ γυναίκα πρὸ Χριστοῦ ἀναστέναζε κάτω ἀπ᾽ τὸ ζυγὸ τοῦ ἀνδρός, ποὺ τὴ μεταχειριζόταν πολλὲς φορὲς σὰν ζῷο. Ἦταν ὑποχρεωμένη νὰ ὑπηρετῇ καὶ ἱκανοποιῇ τὶς ἁμαρτωλὲς ὀρέξεις του.
Ἐκτὸς αὐτοῦ, ἡ Σαμαρείτιδα ἦταν περιφρονημένη γιατὶ δὲν ἦταν μιὰ γυναίκα ἐνάρετη· εἶχε σκορπίσει τὰ ἄνθη τῆς ἁγνότητος, κυλιόταν στὸ βόρβορο ἀνόμων σχέσεων, τὴν ἔδειχναν μὲ τὸ δάκτυλο· ἦταν μιὰ μοιχαλίδα! Δὲν τὴ βλέπετε; περιμένει νὰ γίνῃ μεσημέρι, νὰ κάψῃ ὁ ἥλιος τοὺς βράχους, γιὰ νὰ πάῃ μόνη στὸ πηγάδι, νὰ μὴ συναντήσῃ ἐκεῖ ἄλλες γυναῖκες.
Ἕνας ἀκόμη λόγος ποὺ ηὔξανε τὴν περιφρόνησι στὸ πρόσωπό της εἶνε ἡ καταγωγή της· ἦταν Σαμαρείτιδα. Σαμάρεια γιὰ τοὺς Ἰουδαίους = τόπος ἀποστατῶν, ἐκφυλισμένων, προδοτῶν ποὺ ἀνακατεύτηκαν μὲ ἀλλοφύλους εἰδωλολάτρες, ἀπέκτησαν τὰ ἤθη τους καὶ νόθευσαν τὴν πατρικὴ θρησκεία. Καμμία σχέσι δὲν ἤθελαν μ᾽ αὐτούς. Κανόνας τους ἦταν «οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις» (Ἰω. 4,9). Τόσο μισοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι τοὺς Σαμαρεῖτες, ὥστε ὅταν ἤθελαν νὰ πᾶνε στὴ Γαλιλαία, ποὺ βρίσκεται μετὰ τὴ Σαμάρεια, προτιμοῦσαν νὰ διαβοῦν τὸν Ἰορδάνη καὶ νὰ κάνουν ὁλόκληρο κύκλο, γιὰ νὰ μὴν περάσουν ἀπὸ ᾽κεῖ. Ὁ Ἰουδαῖος, καὶ νὰ καιγόταν ἀπὸ τὴ δίψα, δὲν καταδεχόταν νὰ ζητήσῃ νερὸ ἀπὸ Σαμαρείτη· κι ὅταν ἤθελε νὰ βρίσῃ βαρειὰ τὸν ἄλλο, ἀρκοῦσε νὰ τὸν πῇ Σαμαρείτη. «Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις» εἶπαν κατὰ τοῦ Χριστοῦ οἱ συμπατριῶτες του (Ἰω. 8,48) γιὰ τὸν ἔλεγχο, τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκήρυττε.
Γυναίκα, μοιχαλίδα, Σαμαρείτιδα· αὐτὴ ἦταν ἐκείνη ποὺ ἦρθε στὸ πηγάδι. Καὶ αὐτὴν πλησίασε ὁ Κύριος. Ἐκ πρώτης ὄψεως ἡ συνάντησι φαίνεται τυχαία, ἀλλὰ τίποτε τὸ τυχαῖο. Ὁ Κύριος ἦρθε γι᾽ αὐτήν. Πρῶτος ἀνοίγει μαζί της συζήτησι. Θαυμάστε τον. Ὡς ἄριστος παιδαγωγὸς τὴν ὁδηγεῖ ἀπὸ τὰ εὔκολα στὰ δύσκολα, ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ στὰ οὐράνια, ἀπὸ τὴν ὕλη στὸ Πνεῦμα, στὶς κορυφὲς τῶν θείων ἀληθειῶν, καὶ ἐκεῖ ἡ Σαμαρείτιδα ἀκούει τὴν ὑψίστη ἀποκάλυψι· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας τοῦ κόσμου!
Ἡ ἡμέρα αὐτὴ εἶνε ἡ σπουδαιότερη τῆς ζωῆς της. Νέος κόσμος ἀνατέλλει ἐμπρός της. Ὑφίσταται θεία ἀλλοίωσι· τὸ κάρβουνο γίνεται διαμάντι, ἡ σκοτεινὴ γίνεται Φωτεινή, ἡ μοιχαλίδα γίνεται εὐαγγελίστρια. Τί θαύματα κάνεις, Χριστέ! Αὐτὴ θὰ καλέσῃ στὴ μετάνοια ὅλη τὴν πόλι, θὰ τρέξῃ παντοῦ νὰ κηρύξῃ τὸ εὐαγγέλιο, θὰ φτάσῃ μέχρι τὶς ἀκτὲς τοῦ Αἰγαίου στὴν πολύκλαυστο Σμύρνη μας, ἡ ὁποία γι᾽ αὐτὸ τῆς ἀφιέρωσε τὸ μεγάλο ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, κάτω ἀπ᾽ τοὺς θόλους τοῦ ὁποίου ἀκούστηκαν τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ ἐθνομάρτυρος ἱεράρχου Σμύρνης Χρυσοστόμου· «Ἕλληνες, ὁ Κύριος μᾶς δοκιμάζει, ἀλλὰ ἔχετε θάρρος, θ᾿ ἀνατείλουν καὶ καλύτερες ἡμέρες…».
Ἁγία Φωτεινή, πρέσβευε καὶ τώρα στὸν οὐρανὸ γιὰ τὸ δοκιμαζόμενο ἔθνος μας.
Ἀλλ᾿ ἀκοῦστε τώρα τὸ Εὐαγγέλιο· «Ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ» (Ἰω. 4,7). Καὶ μόνο λόγῳ τοῦ φύλου, διότι δηλαδὴ ἦταν γυναίκα, ἦταν ἀρκετὸ γιὰ ν᾽ ἀποκλεισθῇ ἀπὸ κάθε σοβαρὴ κίνησι τῆς ζωῆς. Ἡ γυναίκα πρὸ Χριστοῦ ἀναστέναζε κάτω ἀπ᾽ τὸ ζυγὸ τοῦ ἀνδρός, ποὺ τὴ μεταχειριζόταν πολλὲς φορὲς σὰν ζῷο. Ἦταν ὑποχρεωμένη νὰ ὑπηρετῇ καὶ ἱκανοποιῇ τὶς ἁμαρτωλὲς ὀρέξεις του.
Ἐκτὸς αὐτοῦ, ἡ Σαμαρείτιδα ἦταν περιφρονημένη γιατὶ δὲν ἦταν μιὰ γυναίκα ἐνάρετη· εἶχε σκορπίσει τὰ ἄνθη τῆς ἁγνότητος, κυλιόταν στὸ βόρβορο ἀνόμων σχέσεων, τὴν ἔδειχναν μὲ τὸ δάκτυλο· ἦταν μιὰ μοιχαλίδα! Δὲν τὴ βλέπετε; περιμένει νὰ γίνῃ μεσημέρι, νὰ κάψῃ ὁ ἥλιος τοὺς βράχους, γιὰ νὰ πάῃ μόνη στὸ πηγάδι, νὰ μὴ συναντήσῃ ἐκεῖ ἄλλες γυναῖκες.
Ἕνας ἀκόμη λόγος ποὺ ηὔξανε τὴν περιφρόνησι στὸ πρόσωπό της εἶνε ἡ καταγωγή της· ἦταν Σαμαρείτιδα. Σαμάρεια γιὰ τοὺς Ἰουδαίους = τόπος ἀποστατῶν, ἐκφυλισμένων, προδοτῶν ποὺ ἀνακατεύτηκαν μὲ ἀλλοφύλους εἰδωλολάτρες, ἀπέκτησαν τὰ ἤθη τους καὶ νόθευσαν τὴν πατρικὴ θρησκεία. Καμμία σχέσι δὲν ἤθελαν μ᾽ αὐτούς. Κανόνας τους ἦταν «οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις» (Ἰω. 4,9). Τόσο μισοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι τοὺς Σαμαρεῖτες, ὥστε ὅταν ἤθελαν νὰ πᾶνε στὴ Γαλιλαία, ποὺ βρίσκεται μετὰ τὴ Σαμάρεια, προτιμοῦσαν νὰ διαβοῦν τὸν Ἰορδάνη καὶ νὰ κάνουν ὁλόκληρο κύκλο, γιὰ νὰ μὴν περάσουν ἀπὸ ᾽κεῖ. Ὁ Ἰουδαῖος, καὶ νὰ καιγόταν ἀπὸ τὴ δίψα, δὲν καταδεχόταν νὰ ζητήσῃ νερὸ ἀπὸ Σαμαρείτη· κι ὅταν ἤθελε νὰ βρίσῃ βαρειὰ τὸν ἄλλο, ἀρκοῦσε νὰ τὸν πῇ Σαμαρείτη. «Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις» εἶπαν κατὰ τοῦ Χριστοῦ οἱ συμπατριῶτες του (Ἰω. 8,48) γιὰ τὸν ἔλεγχο, τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκήρυττε.
Γυναίκα, μοιχαλίδα, Σαμαρείτιδα· αὐτὴ ἦταν ἐκείνη ποὺ ἦρθε στὸ πηγάδι. Καὶ αὐτὴν πλησίασε ὁ Κύριος. Ἐκ πρώτης ὄψεως ἡ συνάντησι φαίνεται τυχαία, ἀλλὰ τίποτε τὸ τυχαῖο. Ὁ Κύριος ἦρθε γι᾽ αὐτήν. Πρῶτος ἀνοίγει μαζί της συζήτησι. Θαυμάστε τον. Ὡς ἄριστος παιδαγωγὸς τὴν ὁδηγεῖ ἀπὸ τὰ εὔκολα στὰ δύσκολα, ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ στὰ οὐράνια, ἀπὸ τὴν ὕλη στὸ Πνεῦμα, στὶς κορυφὲς τῶν θείων ἀληθειῶν, καὶ ἐκεῖ ἡ Σαμαρείτιδα ἀκούει τὴν ὑψίστη ἀποκάλυψι· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας τοῦ κόσμου!
Ἡ ἡμέρα αὐτὴ εἶνε ἡ σπουδαιότερη τῆς ζωῆς της. Νέος κόσμος ἀνατέλλει ἐμπρός της. Ὑφίσταται θεία ἀλλοίωσι· τὸ κάρβουνο γίνεται διαμάντι, ἡ σκοτεινὴ γίνεται Φωτεινή, ἡ μοιχαλίδα γίνεται εὐαγγελίστρια. Τί θαύματα κάνεις, Χριστέ! Αὐτὴ θὰ καλέσῃ στὴ μετάνοια ὅλη τὴν πόλι, θὰ τρέξῃ παντοῦ νὰ κηρύξῃ τὸ εὐαγγέλιο, θὰ φτάσῃ μέχρι τὶς ἀκτὲς τοῦ Αἰγαίου στὴν πολύκλαυστο Σμύρνη μας, ἡ ὁποία γι᾽ αὐτὸ τῆς ἀφιέρωσε τὸ μεγάλο ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, κάτω ἀπ᾽ τοὺς θόλους τοῦ ὁποίου ἀκούστηκαν τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ ἐθνομάρτυρος ἱεράρχου Σμύρνης Χρυσοστόμου· «Ἕλληνες, ὁ Κύριος μᾶς δοκιμάζει, ἀλλὰ ἔχετε θάρρος, θ᾿ ἀνατείλουν καὶ καλύτερες ἡμέρες…».
Ἁγία Φωτεινή, πρέσβευε καὶ τώρα στὸν οὐρανὸ γιὰ τὸ δοκιμαζόμενο ἔθνος μας.
* * *
Ἂς προσέξουμε ὅλοι, ἀγαπητοί
μου, τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου, καὶ μάλιστα ἐκεῖνοι ποὺ πῆραν τὴν
ἐντολὴ «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ
κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15). Πρὸς τὰ πλήθη, ναί, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὰ ἄτομα
πρέπει νὰ κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιο.
Δυστυχῶς ἡ ἐργασία τῆς κατ᾿ ἄτομον διαφωτίσεως ἔχει ὑποτιμηθῆ. Ἀνεβαίνουν οἱ ἱεροκήρυκες στοὺς ἄμβωνες μεγάλων ναῶν. Καλῶς. Ἀλλὰ μόνο πρὸς τὰ μεγάλα ἀκροατήρια πρέπει νὰ κηρύττουμε; Ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βρίσκονται ἐκεῖ; καὶ τὰ δυστυχισμένα πλάσματα ποὺ σὰν τὴ Σαμαρείτιδα ζοῦν στὴν ἠθικὴ ἀθλιότητα; δὲν θὰ βρεθῇ κάποιος νὰ τοὺς πῇ «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός»; (τελ. Ἀναστ.). Ἀλλὰ καὶ οἱ τακτικοὶ ἀκροαταὶ κηρυγμάτων δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ μία ἰδιαίτερη μέριμνα γιὰ νὰ λυθοῦν ἀπορίες τους, νὰ παρηγορηθοῦν, νὰ ἐμψυχωθοῦν, νὰ συνδεθοῦν στενώτερα μὲ ὅλη τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας;
Ὁ Κύριος δὲν κήρυξε μόνο σὲ πλήθη· ἀναζήτησε καὶ τὰ ἄτομα. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σημερινὸ παράδειγμα, θυμηθῆτε τὸ Ζακχαῖο, τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα, τὸν παράλυτο τῆς Βηθεσδά, τὸ λῃστὴ στὸ σταυρό. Μὲ ἄπειρη στοργὴ μερίμνησε γιὰ τὰ ἀδύνατα πλάσματα ὅταν ἔλεγε· «Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οἱ ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 18,10).
Στὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου βάδισαν οἱ ἀπόστολοι. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἕνας μαθητής του ἔφυγε στὰ βουνὰ κ᾽ ἔγινε λῄσταρχος, ἀναζήτησε τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο σὰν τὸν καλὸ ποιμένα (βλ. Ματθ. 18, 11-14 καὶ Ἰω. 10,1-16), τὸν βρῆκε καὶ τὸν ἔσωσε. Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο; Ἡ μέριμνά του ἔφτανε μέχρι καὶ τὸ τελευταῖο μέλος τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν. Γιὰ ἕνα δοῦλο, τὸν Ὀνήσιμο, γράφει στὸν κύριό του συστατικὴ ἐπιστολή, τὴν πρὸς Φιλήμονα Ἐπιστολή. Κι ὅταν μιλοῦσε στὴν Ἔφεσο εἶπε· «Τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (Πράξ. 20,31).
Χρειάζονται ταπεινοὶ καὶ ὑπομονητικοὶ «ψαρᾶδες», ποὺ θ᾿ ἀναρριχηθοῦν στοὺς βράχους, θὰ ῥίξουν τὸ ἀγκίστρι καὶ θὰ πιάσουν ἕνα, δύο, πέντε…, θὰ ἑλκύσουν δηλαδὴ ψυχὲς ποὺ περιπλανῶνται σὲ ἀβύσσους πλάνης καὶ διαφθορᾶς. Τί κόπος καὶ τέχνη θεία χρειάζεται γιὰ νὰ σωθῇ μία ψυχή!
Ἡ ἐργασία αὐτὴ ἔχει παραμεληθῆ ἐγκληματικά. Οἱ ὀρθόδοξοι ὡς ἄτομα μένουν ἀδιαφώτιστοι καὶ ἀκαθοδήγητοι. Καὶ τὸ ἔργο αὐτὸ ἀνέλαβαν ἐργολαβικὰ οἱ υἱοὶ τοῦ σκότους, τὰ ὄργανα διαφόρων προπαγανδῶν. Γι᾽ αὐτοὺς μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθῇ τό· «Οὐαὶ ὑμῖν, ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν» (Ματθ. 23,15). Αὐτοὶ τὴ δουλειά τους κάνουν, ἐμεῖς τί κάνουμε; Μακάρι νὰ εἴχαμε ἕνα χιλιοστὸ τῆς δραστηριότητός τους.
Δυστυχῶς ἡ ἐργασία τῆς κατ᾿ ἄτομον διαφωτίσεως ἔχει ὑποτιμηθῆ. Ἀνεβαίνουν οἱ ἱεροκήρυκες στοὺς ἄμβωνες μεγάλων ναῶν. Καλῶς. Ἀλλὰ μόνο πρὸς τὰ μεγάλα ἀκροατήρια πρέπει νὰ κηρύττουμε; Ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βρίσκονται ἐκεῖ; καὶ τὰ δυστυχισμένα πλάσματα ποὺ σὰν τὴ Σαμαρείτιδα ζοῦν στὴν ἠθικὴ ἀθλιότητα; δὲν θὰ βρεθῇ κάποιος νὰ τοὺς πῇ «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός»; (τελ. Ἀναστ.). Ἀλλὰ καὶ οἱ τακτικοὶ ἀκροαταὶ κηρυγμάτων δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ μία ἰδιαίτερη μέριμνα γιὰ νὰ λυθοῦν ἀπορίες τους, νὰ παρηγορηθοῦν, νὰ ἐμψυχωθοῦν, νὰ συνδεθοῦν στενώτερα μὲ ὅλη τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας;
Ὁ Κύριος δὲν κήρυξε μόνο σὲ πλήθη· ἀναζήτησε καὶ τὰ ἄτομα. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σημερινὸ παράδειγμα, θυμηθῆτε τὸ Ζακχαῖο, τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα, τὸν παράλυτο τῆς Βηθεσδά, τὸ λῃστὴ στὸ σταυρό. Μὲ ἄπειρη στοργὴ μερίμνησε γιὰ τὰ ἀδύνατα πλάσματα ὅταν ἔλεγε· «Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οἱ ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 18,10).
Στὰ ἴχνη τοῦ Κυρίου βάδισαν οἱ ἀπόστολοι. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἕνας μαθητής του ἔφυγε στὰ βουνὰ κ᾽ ἔγινε λῄσταρχος, ἀναζήτησε τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο σὰν τὸν καλὸ ποιμένα (βλ. Ματθ. 18, 11-14 καὶ Ἰω. 10,1-16), τὸν βρῆκε καὶ τὸν ἔσωσε. Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο; Ἡ μέριμνά του ἔφτανε μέχρι καὶ τὸ τελευταῖο μέλος τῶν κατὰ τόπους ἐκκλησιῶν. Γιὰ ἕνα δοῦλο, τὸν Ὀνήσιμο, γράφει στὸν κύριό του συστατικὴ ἐπιστολή, τὴν πρὸς Φιλήμονα Ἐπιστολή. Κι ὅταν μιλοῦσε στὴν Ἔφεσο εἶπε· «Τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (Πράξ. 20,31).
Χρειάζονται ταπεινοὶ καὶ ὑπομονητικοὶ «ψαρᾶδες», ποὺ θ᾿ ἀναρριχηθοῦν στοὺς βράχους, θὰ ῥίξουν τὸ ἀγκίστρι καὶ θὰ πιάσουν ἕνα, δύο, πέντε…, θὰ ἑλκύσουν δηλαδὴ ψυχὲς ποὺ περιπλανῶνται σὲ ἀβύσσους πλάνης καὶ διαφθορᾶς. Τί κόπος καὶ τέχνη θεία χρειάζεται γιὰ νὰ σωθῇ μία ψυχή!
Ἡ ἐργασία αὐτὴ ἔχει παραμεληθῆ ἐγκληματικά. Οἱ ὀρθόδοξοι ὡς ἄτομα μένουν ἀδιαφώτιστοι καὶ ἀκαθοδήγητοι. Καὶ τὸ ἔργο αὐτὸ ἀνέλαβαν ἐργολαβικὰ οἱ υἱοὶ τοῦ σκότους, τὰ ὄργανα διαφόρων προπαγανδῶν. Γι᾽ αὐτοὺς μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθῇ τό· «Οὐαὶ ὑμῖν, ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν» (Ματθ. 23,15). Αὐτοὶ τὴ δουλειά τους κάνουν, ἐμεῖς τί κάνουμε; Μακάρι νὰ εἴχαμε ἕνα χιλιοστὸ τῆς δραστηριότητός τους.
* * *
Ἀγαπητοί μου! Ὁ Κύριος ἔκανε τὸ
πᾶν γιὰ μία ψυχή, κ᾽ ἐμεῖς ἀδρανοῦμε; Ἀλλὰ τί νὰ κάνουμε; θὰ ρωτήσετε.
Δὲν σᾶς λέω νὰ πᾶμε στὰ Οὐράλια ὄρη νὰ κηρύξουμε. Οἱ παγετῶνες τοῦ
Βορρᾶ, ἀλλοίμονο, ἔφθασαν ἐδῶ. Δίπλα μας, στὸ σπίτι, στὴ συνοικία, στὸ
γραφεῖο, στὸ κατάστημα, ὑπάρχουν ψυχὲς πού, περιφρονημένες ἀπ᾽ τὸν
κόσμο, κουρασμένες ἀπὸ θλίψεις καὶ βάσανα, ὡριμάζουν γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν
τὸν Σωτῆρα Χριστό. Ὅσοι ἔχετε δοκιμάσει ἕνα μόριο τῆς ἐν Χριστῷ
σωτηρίας, τί παρηγορία, τί πλοῦτος, τί θησαυρὸς εἶνε ἡ χριστιανικὴ ζωή,
«ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι
πρὸς θερισμὸν ἤδη» (Ἰω. 4,35).
Κύριε! Ἡ πατρίδα μας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ ἔχει ἀνάγκη τῆς δικῆς σου διαφωτίσεως. Διαφορετικὰ κινδυνεύει. Ἀνάστησε στὴν Ἐκκλησία μας πιστοὺς ἐνσαρκωτὰς τῶν ἀληθειῶν σου, ποὺ θ᾿ ἀναλάβουν νὰ συνεχίσουν τὸ ἔργο ἐκεῖνο ποὺ ἔκανες παρὰ τὸ φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ διαφωτίζοντας μία ψυχή!
Κύριε! Ἡ πατρίδα μας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ ἔχει ἀνάγκη τῆς δικῆς σου διαφωτίσεως. Διαφορετικὰ κινδυνεύει. Ἀνάστησε στὴν Ἐκκλησία μας πιστοὺς ἐνσαρκωτὰς τῶν ἀληθειῶν σου, ποὺ θ᾿ ἀναλάβουν νὰ συνεχίσουν τὸ ἔργο ἐκεῖνο ποὺ ἔκανες παρὰ τὸ φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ διαφωτίζοντας μία ψυχή!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=47129
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου